Την ώρα που ο έρωτας τα στήθια μας πληγώνει,
άνυδρες ώρες ψάχνουν τη δροσιά τους,
τις νύχτες που κυνηγημένοι,
κρυβόμαστε από την θέα της ομορφιάς μας
Έτσι μονάχος περπατώ
ψάχνοντας να βρω δύναμη
το ψέμα μου να αντέξω…
Μοιάζω με δέντρο που δεν έχει ρίζα…
κάνω τον πόνο φίλο για να ορίσω την ζωή μου…
Φουντώνει η φωτιά την δίψα,
η δίψα θρέφει τη φωτιά,
λύπη είναι αυτό που νιώθω ή χαρά…
στη χαραμάδα του όνειρου
ψάχνω για την ελπίδα
και ναυαγώ, κοντά σου ναυαγώ,
προδίδοντας
όλο μου το είναι
|
Tin óra pu o érotas ta stíthia mas pligóni,
ánidres óres psáchnun ti drosiá tus,
tis níchtes pu kinigiméni,
krivómaste apó tin théa tis omorfiás mas
Έtsi monáchos perpató
psáchnontas na vro dínami
to pséma mu na antékso…
Miázo me déntro pu den échi ríza…
káno ton póno fílo gia na oríso tin zoí mu…
Funtóni i fotiá tin dípsa,
i dípsa thréfi ti fotiá,
lípi ine aftó pu niótho í chará…
sti charamáda tu óniru
psáchno gia tin elpída
ke nafagó, kontá su nafagó,
prodídontas
ólo mu to ine
|