Εδώ που γεννηθήκαμε, σ’ αυτό το λίγο τόπο,
με τον ολάνθιστο ουρανό, το χώμα το ξερό,
που πριν ανάψουν σβήνουνε οι πόθοι των ανθρώπων,
όλα θα γίνουν πιο καλά, θα δεις, με τον καιρό.
Εδώ που πολεμήσαμε, δυο τρεις εμείς τους χίλιους,
για να μη λείψει το ψωμί, να πάμε πιο μπροστά,
άλλοτε μες στα σύννεφα κι άλλοτε μες στους ήλιους,
όλα θα γίνουν πιο καλά, θα δεις με τον καιρό.
Εδώ που μεγαλώσαμε τον άνεμο νικώντας
και που βαθιά ριζώσαμε κι απλώσαμε κλαριά,
εδώ θε’ να γεράσουμε, καλέ μου, πολεμώντας
για την αλήθεια της ζωής και για τη λευτεριά.
|
Edó pu gennithíkame, s’ aftó to lígo tópo,
me ton olánthisto uranó, to chóma to kseró,
pu prin anápsun svínune i póthi ton anthrópon,
óla tha ginun pio kalá, tha dis, me ton keró.
Edó pu polemísame, dio tris emis tus chílius,
gia na mi lipsi to psomí, na páme pio brostá,
állote mes sta sínnefa ki állote mes stus ílius,
óla tha ginun pio kalá, tha dis me ton keró.
Edó pu megalósame ton ánemo nikóntas
ke pu vathiá rizósame ki aplósame klariá,
edó the’ na gerásume, kalé mu, polemóntas
gia tin alíthia tis zoís ke gia ti lefteriá.
|