Είδα στον ύπνο μου θηρία μεθυσμένα,
γυμνό το σώμα μου, με μάτια γερασμένα,
τοπίο ανάποδο η ζωή που δεν την έζησα,
λίγο στο δρόμο της περπάτησα και έσβησα.
Είδα στον ύπνο μου το μίζερο χιτώνα σου,
κάποιο παιδί να ξαγρυπνάει στον ελαιώνα σου,
σκόρπια τσιγάρα, δίχως λύπη για προσάναμα,
μια εποχή χωρίς Ελύτη στα πεντάγραμμα.
Είδα στον ύπνο μου τον κήπο των θαυμάτων,
και τη γενιά μου σ’ ένα κάδο αποριμμάτων,
σ’ άδειο στρατόπεδο μια νύχτα ξενητεύτηκα,
πριν πάρει είδηση κανείς, τι ονειρεύτηκα.
Κι είδα στον ύπνο μου καράβια της ελπίδας,
κάποιο μαχαίρι στην κορφή της πυραμίδας,
ποιος σε προδίνει, ποιον προδίνεις, δεν το έψαξα,
είδα στον ύπνο μου τον ύπνο σου και έκλαψα.
Είδα στον ύπνο μου τον κήπο των θαυμάτων,
και τη γενιά μου σ’ ένα κάδο αποριμμάτων,
σ’ άδειο στρατόπεδο μια νύχτα ξενητεύτηκα,
πριν πάρει είδηση κανείς, τι ονειρεύτηκα.
|
Ida ston ípno mu thiría methisména,
gimnó to sóma mu, me mátia gerasména,
topío anápodo i zoí pu den tin ézisa,
lígo sto drómo tis perpátisa ke ésvisa.
Ida ston ípno mu to mízero chitóna su,
kápio pedí na ksagripnái ston eleóna su,
skórpia tsigára, díchos lípi gia prosánama,
mia epochí chorís Elíti sta pentágramma.
Ida ston ípno mu ton kípo ton thafmáton,
ke ti geniá mu s’ éna kádo aporimmáton,
s’ ádio stratópedo mia níchta kseniteftika,
prin pári idisi kanis, ti onireftika.
Ki ida ston ípno mu karávia tis elpídas,
kápio macheri stin korfí tis piramídas,
pios se prodíni, pion prodínis, den to épsaksa,
ida ston ípno mu ton ípno su ke éklapsa.
Ida ston ípno mu ton kípo ton thafmáton,
ke ti geniá mu s’ éna kádo aporimmáton,
s’ ádio stratópedo mia níchta kseniteftika,
prin pári idisi kanis, ti onireftika.
|