Όταν θα μπούνε σ’ άλλους δρόμους τα φεγγάρια
του φθινοπώρου μόλις πέσουν οι βροχές
εγώ θα βγάλω τη μορφή σου απ’ τα συρτάρια,
εσύ θα γίνεις το κορίτσι με τα μαύρα
μαζί να πάμε σ’ άλλες εποχές.
Κι ένας πλανόδιος φωτογράφος
με φόντο έρημες πλατείες
θα βγάζει και θα μας μοιράζει
το γέλιο σου φωτογραφίες.
Όταν οι νύχτες του χειμώνα μεγαλώσουν
θα σε τραβήξω απ’ του θανάτου τη σκιά,
όλα τα ψέματα που είπες θα τελειώσουν,
μονάχα κάτι αναμνήσεις θα μας σώσουν
σαν μπούμε στου Τοξότη την τροχιά.
|
Όtan tha bune s’ állus drómus ta fengária
tu fthinopóru mólis pésun i vrochés
egó tha vgálo ti morfí su ap’ ta sirtária,
esí tha ginis to korítsi me ta mavra
mazí na páme s’ álles epochés.
Ki énas planódios fotográfos
me fónto érimes platies
tha vgázi ke tha mas mirázi
to gélio su fotografíes.
Όtan i níchtes tu chimóna megalósun
tha se travíkso ap’ tu thanátu ti skiá,
óla ta psémata pu ipes tha teliósun,
monácha káti anamnísis tha mas sósun
san bume stu Toksóti tin trochiá.
|