Το δάχτυλο βουτώ στη μαρμελάδα,
μετά το μπράτσο και τέλος το κεφάλι!
Και γίνομαι ένα με τους σπόρους της φράουλας,
με το γυαλί και τη λαμαρίνα…
Και φεύγω πάω τον ήλιο μου να συναντήσω,
εξαγνισμένος μα μολυσμένος
Της στέρησης και της χαράς.
Της σκόνης, της σκόνης
Βλέπω κλεφτά το Νάρκισσο
στη λίμνη του να παίζει,
κομμάτια είναι το βλέμμα του
μες το χλωμό φεγγάρι.
Όλα αυτά σε μια στιγμή,
σαν όνειρο σε ύπνο βαθύ,
σαν το μαργαριτάρι!
Σαν πλούτος ή σαν προσβολή;
Σαν φως ή σαν σκοτάδι;
Ανέβηκε ο πυρετός.
Να, στο χορό σας μπαίνω!
Στη θέση σας, στη θέση σας
και στη βαριά σιωπή σας.
Μέσα απ’ τα βάθη μιας ψυχής
νερό γοργά ανεβαίνει.
Και φεύγω…
Στη θέση σας, στη θέση σας
και στη βαριά σιωπή σας.
Μέσα απ’ τα βάθη μιας ψυχής
νερό γοργά ανεβαίνει.
Και φεύγω πάω τον ήλιο μου να συναντήσω,
εξαγνισμένος μα μολυσμένος
|
To dáchtilo vutó sti marmeláda,
metá to brátso ke télos to kefáli!
Ke ginome éna me tus spórus tis fráulas,
me to gialí ke ti lamarína…
Ke fevgo páo ton ílio mu na sinantíso,
eksagnisménos ma molisménos
Tis stérisis ke tis charás.
Tis skónis, tis skónis
Olépo kleftá to Nárkisso
sti límni tu na pezi,
kommátia ine to vlémma tu
mes to chlomó fengári.
Όla aftá se mia stigmí,
san óniro se ípno vathí,
san to margaritári!
San plutos í san prosvolí;
San fos í san skotádi;
Anévike o piretós.
Na, sto choró sas beno!
Sti thési sas, sti thési sas
ke sti variá siopí sas.
Mésa ap’ ta váthi mias psichís
neró gorgá aneveni.
Ke fevgo…
Sti thési sas, sti thési sas
ke sti variá siopí sas.
Mésa ap’ ta váthi mias psichís
neró gorgá aneveni.
Ke fevgo páo ton ílio mu na sinantíso,
eksagnisménos ma molisménos
|