Γιγάντιες σκέψεις, σα νέφη πύρινα ή νησιά πορφυρωμένα
σε μυθικὸν ηλιοβασίλεμα, άναβαν στο νου μου,
τι όλη μου καίονταν μονομιάς η ζωή στην έγνοια
της καινούργιας λευτεριάς σου, Ελλάδα. γι᾿ αυτό δεν είπα:
Τούτο είναι το φως της νεκρικής πυράς μου…
Δαυλός της Ιστορίας σου, έκραξα είμαι, και να,
ας καεί σαν δάδα το έρμο μου κουφάρι, με την δάδα τούτην,
ορθός πορεύοντας, ως με την ύστερη ώρα,
όλες να φέξουν τέλος οι γωνιές της οικουμένης,
ν᾿ ανοίξω δρόμο στην ψυχή, στο πνεύμα, στο κορμί σου, Ελλάδα.
Είπα, και εβάδισα
κρατώντας τ᾿ αναμμένο μου συκώτι στον Καύκασό σου,
και το κάθε πάτημά μου ήταν το πρώτο,
κι ήταν, θάρρευα, το τελευταίο,
τι το γυμνό μου πόδι επάτει μέσα στα αίματά σου,
τι το γυμνό μου πόδι εσκόνταυε στα πτώματά σου,
γιατί το σώμα, η όψη μου, όλο μου το πνεύμα καθρεφτιζόταν,
σα σε λίμνη, μέσα στα αἱματά σου.
Εκεί, σε τέτοιον άλικο καθρέφτη. Ελλάδα, καθρέφτη απύθμενο,
καθρέφτη της αβύσσου, της Λευτεριάς σου και της δίψας σου,
είδα τον εαυτό μου βαρύ από κοκκινόχωμα πηλό πλασμένο,
καινούργιο Αδάμ της πιο καινούργιας Πλάσης
όπου να πλάσουνε για σένα μέλλει. Ελλάδα.
|
Gigánties sképsis, sa néfi pírina í nisiá porfiroména
se mithikὸn iliovasílema, ánavan sto nu mu,
ti óli mu keontan monomiás i zoí stin égnia
tis kenurgias lefteriás su, Elláda. gi᾿ aftó den ipa:
Tuto ine to fos tis nekrikís pirás mu…
Davlós tis Istorías su, ékraksa ime, ke na,
as kai san dáda to érmo mu kufári, me tin dáda tutin,
orthós porevontas, os me tin ísteri óra,
óles na féksun télos i goniés tis ikuménis,
n᾿ anikso drómo stin psichí, sto pnevma, sto kormí su, Elláda.
Ipa, ke evádisa
kratóntas t᾿ anamméno mu sikóti ston Kafkasó su,
ke to káthe pátimá mu ítan to próto,
ki ítan, thárreva, to telefteo,
ti to gimnó mu pódi epáti mésa sta ematá su,
ti to gimnó mu pódi eskóntafe sta ptómatá su,
giatí to sóma, i ópsi mu, ólo mu to pnevma kathreftizótan,
sa se límni, mésa sta aἱmatá su.
Eki, se tétion áliko kathréfti. Elláda, kathréfti apíthmeno,
kathréfti tis avíssu, tis Lefteriás su ke tis dípsas su,
ida ton eaftó mu varí apó kokkinóchoma piló plasméno,
kenurgio Adám tis pio kenurgias Plásis
ópu na plásune gia séna mélli. Elláda.
|