Με την ζήλια που σε δέρνει και σε τυραννά
υποφέρουμε κι οι δυο μας
απ’ το βράδυ ως το πρωί
αχ, να ‘λειπε τέτοια ζωή.
Είναι βάσανο η ζήλια
είναι βάσανο φριχτό
σκότωσέ με, σκότωσέ με
να γλιτώσουμε κι οι δυο.
Στ’ όνομά σου κάνω όρκο
όπου κι αν βρεθώ
μα σε τρώει η μαύρη ζήλια
και το ξέρω όσο ζω.
Αχ, άσπρη μέρα δε θα δω.
Είναι βάσανο η ζήλια
είναι βάσανο φριχτό
σκότωσέ με, σκότωσέ με
να γλιτώσουμε κι οι δυο.
Η αγάπη μου για σένα
είναι δυνατή,
μα εσύ δε με πιστεύεις
και φαρμάκια με κερνάς.
Αχ, θέλεις να με τυραννάς.
Είναι βάσανο η ζήλια
είναι βάσανο φριχτό
σκότωσέ με, σκότωσέ με
να γλιτώσουμε κι οι δυο.
|
Me tin zília pu se dérni ke se tiranná
ipoférume ki i dio mas
ap’ to vrádi os to pri
ach, na ‘lipe tétia zoí.
Ine vásano i zília
ine vásano frichtó
skótosé me, skótosé me
na glitósume ki i dio.
St’ ónomá su káno órko
ópu ki an vrethó
ma se trói i mavri zília
ke to kséro óso zo.
Ach, áspri méra de tha do.
Ine vásano i zília
ine vásano frichtó
skótosé me, skótosé me
na glitósume ki i dio.
I agápi mu gia séna
ine dinatí,
ma esí de me pistevis
ke farmákia me kernás.
Ach, thélis na me tirannás.
Ine vásano i zília
ine vásano frichtó
skótosé me, skótosé me
na glitósume ki i dio.
|