Κάτι άκουσα να λένε,
κάποιους άκουσα να κλαίνε,
κάποιους έχασα και βρήκα,
κάποιους δεν τους ξαναβρήκα,
κάποιους που μου είχαν δώσει
Ευαγγέλιο και γνώση,
κάποιους γνώριμους και ξένους,
της ζωής σακατεμένους.
Κάποιος έφυγε με πλοίο
και με τρένο σιδερένιο,
ματωμένο το βιβλίο,
με θυσίες κεντημένο.
Κάποιος άνεμος τους παίρνει,
κάποιος άνεμος τους φέρνει,
ο βοριάς και ο μαΐστρος
πρόδωσαν την οικουμένη.
|
Káti ákusa na léne,
kápius ákusa na klene,
kápius échasa ke vríka,
kápius den tus ksanavríka,
kápius pu mu ichan dósi
Evangélio ke gnósi,
kápius gnórimus ke ksénus,
tis zoís sakateménus.
Kápios éfige me plio
ke me tréno siderénio,
matoméno to vivlío,
me thisíes kentiméno.
Kápios ánemos tus perni,
kápios ánemos tus férni,
o voriás ke o maΐstros
pródosan tin ikuméni.
|