Ο χρόνος μια λούπα και τοίχοι από χαρτί ηλεκτρική η σκούπα κοιμίζει τη σιωπή.
Με το μαλλί φιόγκο στο πάτωμα χαλιά ζωή χωρίς όγκο και νέα όπως παλιά.
Το laptop ανοίγω σ’ ωραίο κενό χαμόγελο λίγο για net ουρανό.
Τι με γυρεύεις; Δε με θυμάσαι; Έρχεσαι, φεύγεις ή με φοβάσαι;
Μάτια ψυγείο δε μετανιώνω είμαι στο κρύο μα σε κβαντώνω.
Με πληροφορίες και σικ αριθμούς σου λέω ιστορίες μα εσύ δε μ’ ακούς.
Θα γίνουμε πάλσαρ αγάπη μου δες, στο τίποτα πάσα του ονείρου σκιές.
Μη λες “δεν πειράζει” ο χρόνος μετρά και το `χω μαράζι που πάμε μετά.
Φιλί περγαμόντο σε πύργο ψηλό η αγάπη στον πόντο κι εγώ στο κενό.
Αλλάζεις το φόντο μου δίνεις γλυκό φιλί περγαμόντο, αφού σ’ αγαπώ.
|
O chrónos mia lupa ke tichi apó chartí ilektrikí i skupa kimízi ti siopí.
Me to mallí fiógko sto pátoma chaliá zoí chorís ógko ke néa ópos paliá.
To laptop anigo s’ oreo kenó chamógelo lígo gia net uranó.
Ti me girevis; De me thimáse; Έrchese, fevgis í me fováse;
Mátia psigio de metanióno ime sto krío ma se kvantóno.
Me pliroforíes ke sik arithmus su léo istoríes ma esí de m’ akus.
Tha ginume pálsar agápi mu des, sto típota pása tu oniru skiés.
Mi les “den pirázi” o chrónos metrá ke to `cho marázi pu páme metá.
Filí pergamónto se pírgo psiló i agápi ston pónto ki egó sto kenó.
Allázis to fónto mu dínis glikó filí pergamónto, afu s’ agapó.
|