Πειραιωτάκι μου, ξανθό μορτάκι μου
πάλι σε βλέπω λυπημένο
και στην Αθήνα μου μες στο σπιτάκι μου
ήρθες βαριά τραυματισμένο.
Τ’ αγαπώ το παλικάρι
και μη το πικραίνετε
πειραιώτισσες κυράδες
λυπημένο φαίνεται.
Μη του βάζετε μπελάδες
του δικού μου του παιδιού
πειραιώτισσες κυράδες
θα σας κάνω τ’ αλατιού.
Πειραιωτάκι μου, ξανθό μορτάκι μου
στην αγκαλιά μου χαϊδεμένο
και στην Αθήνα μου μες στο σπιτάκι μου
σου `χω το όνειρο δεμένο.
Τ’ αγαπώ το παλικάρι
και μη το πικραίνετε
πειραιώτισσες κυράδες
λυπημένο φαίνεται.
Μη του βάζετε μπελάδες
του δικού μου του παιδιού
πειραιώτισσες κυράδες
θα σας κάνω τ’ αλατιού.
|
Pireotáki mu, ksanthó mortáki mu
páli se vlépo lipiméno
ke stin Athína mu mes sto spitáki mu
írthes variá trafmatisméno.
T’ agapó to palikári
ke mi to pikrenete
pireótisses kirádes
lipiméno fenete.
Mi tu vázete beládes
tu diku mu tu pediu
pireótisses kirádes
tha sas káno t’ alatiu.
Pireotáki mu, ksanthó mortáki mu
stin agkaliá mu chaideméno
ke stin Athína mu mes sto spitáki mu
su `cho to óniro deméno.
T’ agapó to palikári
ke mi to pikrenete
pireótisses kirádes
lipiméno fenete.
Mi tu vázete beládes
tu diku mu tu pediu
pireótisses kirádes
tha sas káno t’ alatiu.
|