Βρήκα το γράμμα στο τραπέζι
και το μελάνι το νωπό,
βγήκα στις σκάλες να προλάβω
βγήκα στο δρόμο να τον βρω,
βγήκα στις σκάλες να προλάβω
βγήκα στο δρόμο να τον βρω.
Που πας αγάπη μου, που πας;
και γκρέμισες ό,τι αγαπάς
που πας αγάπη μου, που πας;
θα με θυμάσαι, θα πονάς.
Ήταν σκυμμένος στο τιμόνι
και στα φανάρια είχε σταθεί,
κι όπως καθάριζε το τζάμι
είδα στα μάτια τη βροχή,
κι όπως καθάριζε το τζάμι
είδα στα μάτια τη βροχή.
Που πας αγάπη μου, που πας;
και γκρέμισες ό,τι αγαπάς
που πας αγάπη μου, που πας;
θα με θυμάσαι, θα πονάς.
|
Oríka to grámma sto trapézi
ke to meláni to nopó,
vgíka stis skáles na prolávo
vgíka sto drómo na ton vro,
vgíka stis skáles na prolávo
vgíka sto drómo na ton vro.
Pu pas agápi mu, pu pas;
ke gkrémises ó,ti agapás
pu pas agápi mu, pu pas;
tha me thimáse, tha ponás.
Ήtan skimménos sto timóni
ke sta fanária iche stathi,
ki ópos kathárize to tzámi
ida sta mátia ti vrochí,
ki ópos kathárize to tzámi
ida sta mátia ti vrochí.
Pu pas agápi mu, pu pas;
ke gkrémises ó,ti agapás
pu pas agápi mu, pu pas;
tha me thimáse, tha ponás.
|