Μας πήραν τα χαράματα
μα όμως δεν βαριέσαι;
Πίνε και γλέντα κούκλα μου
και μη στενοχωριέσαι.
Αχ, γλέντησε με την ψυχή σου
ώπα αφού είμαι εγώ μαζί σου,
τι μπορούνε να σου πούνε
πλάι μου όταν σε δούνε.
Δικό μας είν’ το μαγαζί
τα όργανα δικά μας
κανέναν δεν πειράζουμε
χαλάμε τα λεφτά μας.
Αχ, γλέντησε με την ψυχή σου
ώπα αφού είμαι εγώ μαζί σου,
τι μπορούνε να σου πούνε
πλάι μου όταν σε δούνε.
Μας πήρε το ξημέρωμα
κι αν είμαστε φτιαγμένοι
να μη σε νοιάζει αγάπη μου
η κούρσα περιμένει.
Αχ, γλέντησε με την ψυχή σου
ώπα αφού είμαι εγώ μαζί σου,
τι μπορούνε να σου πούνε
πλάι μου όταν σε δούνε.
|
Mas píran ta charámata
ma ómos den variése;
Píne ke glénta kukla mu
ke mi stenochoriése.
Ach, gléntise me tin psichí su
ópa afu ime egó mazí su,
ti borune na su pune
plái mu ótan se dune.
Dikó mas in’ to magazí
ta órgana diká mas
kanénan den pirázume
chaláme ta leftá mas.
Ach, gléntise me tin psichí su
ópa afu ime egó mazí su,
ti borune na su pune
plái mu ótan se dune.
Mas píre to ksiméroma
ki an imaste ftiagméni
na mi se niázi agápi mu
i kursa periméni.
Ach, gléntise me tin psichí su
ópa afu ime egó mazí su,
ti borune na su pune
plái mu ótan se dune.
|