Τη κόρη μάνα του παπά
απ’ τη όμορφη Αντώνια,
από τον κόσμο μυστικά
την αγαπώ δυο χρόνια.
Αμάν παπαδοπούλα μου
μου πήρες τη καρδούλα μου.
Τα μάτια της τα γαλανά
ένα πρωί σαν τα άλλα,
σωστή πως ήταν μάνα μου
μου φάνηκε νεράιδα.
Αυτά τα μάτια τα γλυκά
που τα βρες κόρη του παπά.
Όπου κι αν πάω κι αν σταθώ
δεν βγαίνει απ το μυαλό μου
και κάθε βράδυ μάνα μου τα
η βλέπω στ’ όνειρο μου.
Μικρή παπαδοπούλα μου
λυπήσου τη καρδούλα μου.
Στη παπαδιά μανούλα μου
να πας το μεσημέρι
και να της πεις την κόρη της
πως τηνε θέλω ταίρι.
Η κόρη σου ρε παπαδιά
μου χει καμένη τη καρδιά.
|
Ti kóri mána tu papá
ap’ ti ómorfi Antónia,
apó ton kósmo mistiká
tin agapó dio chrónia.
Amán papadopula mu
mu píres ti kardula mu.
Ta mátia tis ta galaná
éna pri san ta álla,
sostí pos ítan mána mu
mu fánike neráida.
Aftá ta mátia ta gliká
pu ta vres kóri tu papá.
Όpu ki an páo ki an stathó
den vgeni ap to mialó mu
ke káthe vrádi mána mu ta
i vlépo st’ óniro mu.
Mikrí papadopula mu
lipísu ti kardula mu.
Sti papadiá manula mu
na pas to mesiméri
ke na tis pis tin kóri tis
pos tine thélo teri.
I kóri su re papadiá
mu chi kaméni ti kardiá.
|