Δεν μπορεί κανείς
τη μοίρα του ν’ αλλάξει
ούτε και δρόμο
καινούργιο να χαράξει.
Και μένα που η τύχη μου
μ’ έχει περιφρονήσει,
καλύτερα η μάνα μου
να μη μ’ είχε γεννήσει.
Μοίρα σκληρή που κυβερνάς
της πίκρας το ποτήρι,
ποτέ δε μου ‘κανες ποτέ
μα ποτέ κι εμένα το χατήρι.
Έχω συντροφιά
μόνο τα καρδιοχτύπια
και τα φαρμάκια
μες στη ζωή που ήπια.
Το γέλιο απ’ τα χείλη μου
για πάντα έχει σβήσει,
καλύτερα η μάνα μου
να μη μ’ είχε γεννήσει.
Μοίρα σκληρή που κυβερνάς
της πίκρας το ποτήρι,
ποτέ δε μου ‘κανες ποτέ
μα ποτέ κι εμένα το χατήρι.
|
Den bori kanis
ti mira tu n’ alláksi
ute ke drómo
kenurgio na charáksi.
Ke ména pu i tíchi mu
m’ échi perifronísi,
kalítera i mána mu
na mi m’ iche gennísi.
Mira sklirí pu kivernás
tis píkras to potíri,
poté de mu ‘kanes poté
ma poté ki eména to chatíri.
Έcho sintrofiá
móno ta kardiochtípia
ke ta farmákia
mes sti zoí pu ípia.
To gélio ap’ ta chili mu
gia pánta échi svísi,
kalítera i mána mu
na mi m’ iche gennísi.
Mira sklirí pu kivernás
tis píkras to potíri,
poté de mu ‘kanes poté
ma poté ki eména to chatíri.
|