Εσείς που γίνατε, για φράγκα, κυνηγοί,
μες στης ζωής το μακελειό και το σαφάρι,
μην απορείτε που μιλώ με το φεγγάρι
και που στα στήθια μου δε φώλιασε πληγή.
Μες στο μυαλό μου πύργους χτίζω
κι όταν τα ούζα μου θα πιω
την ίδια ώρα τους γκρεμίζω
και με το ύφος σας, γελώ,
μες στο μυαλό μου πύργους χτίζω
κι όταν τα ούζα μου θα πιω
την ίδια ώρα τους γκρεμίζω και γελώ.
Εσείς που παίρνετε το άγχος παραγιό
και ξημερώνεστε στο ίδιο μαξιλάρι,
μην απορείτε που δε γίνουμαι κουβάρι,
εμένα, η μάνα μου, δεν κάνει άλλο γιο.
Μες στο μυαλό μου πύργους χτίζω
κι όταν τα ούζα μου θα πιω
την ίδια ώρα τους γκρεμίζω
και με το ύφος σας, γελώ,
μες στο μυαλό μου πύργους χτίζω
κι όταν τα ούζα μου θα πιω
την ίδια ώρα τους γκρεμίζω και γελώ.
|
Esis pu ginate, gia frágka, kinigi,
mes stis zoís to makelió ke to safári,
min aporite pu miló me to fengári
ke pu sta stíthia mu de fóliase pligí.
Mes sto mialó mu pírgus chtízo
ki ótan ta uza mu tha pio
tin ídia óra tus gkremízo
ke me to ífos sas, geló,
mes sto mialó mu pírgus chtízo
ki ótan ta uza mu tha pio
tin ídia óra tus gkremízo ke geló.
Esis pu pernete to ágchos paragió
ke ksimeróneste sto ídio maksilári,
min aporite pu de ginume kuvári,
eména, i mána mu, den káni állo gio.
Mes sto mialó mu pírgus chtízo
ki ótan ta uza mu tha pio
tin ídia óra tus gkremízo
ke me to ífos sas, geló,
mes sto mialó mu pírgus chtízo
ki ótan ta uza mu tha pio
tin ídia óra tus gkremízo ke geló.
|