Κάποιες νύχτες το τηλέφωνο χτυπάει,
το σηκώνω μα κανένας δε μιλάει.
Kαι η σκέψη μου σε σένα μόνο πάει,
όμως κάτι μακριά μου σε κρατάει.
Αν είναι να γυρίσεις, κάν’ το τώρα,
τώρα που τίποτα δεν έχει πια χαθεί.
Aν είναι να γυρίσεις, κάν’ το τώρα,
μίλα μου και έλα για να ζήσουμε μαζί.
Κάποιες νύχτες τη σκιά σου ξεχωρίζω
μες στο δρόμο, μα τι θέλεις δε γνωρίζω.
Kάποια κίνηση δική σου περιμένω
να προλάβεις μη σε δω σαν ένα ξένο.
|
Kápies níchtes to tiléfono chtipái,
to sikóno ma kanénas de milái.
Ke i sképsi mu se séna móno pái,
ómos káti makriá mu se kratái.
An ine na girísis, kán’ to tóra,
tóra pu típota den échi pia chathi.
An ine na girísis, kán’ to tóra,
míla mu ke éla gia na zísume mazí.
Kápies níchtes ti skiá su ksechorízo
mes sto drómo, ma ti thélis de gnorízo.
Kápia kínisi dikí su periméno
na prolávis mi se do san éna kséno.
|