Σκύψε να δεις κάποια σκληρή,
κάποια γυναίκα δυνατή,
που σ’ αγαπάει και μαρτυράει
από το βράδυ ως το πρωί,
τη βασανίζουν ενοχές
και μετανιώνει για το χτες.
Άνοιξε το παράθυρό σου
για να με δεις που θα περνώ,
ό, τι λατρεύω είναι δικό σου,
άνοιξε, σε παρακαλώ.
Σκύψε και δες αυτό που θες
και σκέφτηκες τόσες φορές,
φταίω δε φταίω, κοίτα που κλαίω,
μη μου ματώνεις τις πληγές,
με βασανίζουν ενοχές
και μετανιώνω για το χτες.
Άνοιξε το παράθυρό σου
για να με δεις που θα περνώ,
ό, τι λατρεύω είναι δικό σου,
άνοιξε, σε παρακαλώ.
|
Skípse na dis kápia sklirí,
kápia gineka dinatí,
pu s’ agapái ke martirái
apó to vrádi os to pri,
ti vasanízun enochés
ke metanióni gia to chtes.
Άnikse to paráthiró su
gia na me dis pu tha pernó,
ó, ti latrevo ine dikó su,
ánikse, se parakaló.
Skípse ke des aftó pu thes
ke skéftikes tóses forés,
fteo de fteo, kita pu kleo,
mi mu matónis tis pligés,
me vasanízun enochés
ke metanióno gia to chtes.
Άnikse to paráthiró su
gia na me dis pu tha pernó,
ó, ti latrevo ine dikó su,
ánikse, se parakaló.
|