Είμαστε δύο και γουστάρουμε μια γκόμενα,
είμαστε δύο και η γκόμενα γουστάρει,
δύο αντράκια δυνατά και εργαζόμενα
και κάνει κέφι και τους δύο να μας πάρει.
Το τι θα γίνει δε θα πούμε σε κανένανε,
το τι θα πιούμε κανενός να μην τον νοιάζει,
λογαριασμό κανείς δεν έδωσε σ’ εμένανε,
κι όλα τα μέσα ο σκοπός τα αγιάζει,
λογαριασμό κανείς δεν έδωσε σ’ εμένανε,
κι όλα τα μέσα ο σκοπός τα αγιάζει.
Απόψε θα γουστάρουμε παρέα
σαφώς και θα περάσουμε ωραία,
το κάτι άλλο όλοι μας θα νιώσουμε
και μαύρη την ψυχή ας παραδώσουμε.
Μες στη ρουτίνα του καιρού την ανθιστήκαμε,
κάναμε σχέδιο και βρήκαμε την άκρη,
είμαστε όμορφη παρέα και σνομπάρουμε
της οικογένειας τη χειμερία νάρκη.
Τις εμπειρίες της ζωής δε θα τις πάρουμε
στα κρύα έδρανα του πανεπιστημίου,
θα προχωράμε στη ζωή όπως γουστάρουμε
και με τους νόμους, πάντα, του πεζοδρομίου,
θα προχωράμε στη ζωή όπως γουστάρουμε
και με τους νόμους, πάντα, του πεζοδρομίου.
Απόψε θα γουστάρουμε παρέα
σαφώς και θα περάσουμε ωραία,
το κάτι άλλο όλοι μας θα νιώσουμε
και μαύρη την ψυχή ας παραδώσουμε.
|
Imaste dío ke gustárume mia gkómena,
imaste dío ke i gkómena gustári,
dío antrákia dinatá ke ergazómena
ke káni kéfi ke tus dío na mas pári.
To ti tha gini de tha pume se kanénane,
to ti tha piume kanenós na min ton niázi,
logariasmó kanis den édose s’ eménane,
ki óla ta mésa o skopós ta agiázi,
logariasmó kanis den édose s’ eménane,
ki óla ta mésa o skopós ta agiázi.
Apópse tha gustárume paréa
safós ke tha perásume orea,
to káti állo óli mas tha niósume
ke mavri tin psichí as paradósume.
Mes sti rutína tu keru tin anthistíkame,
káname schédio ke vríkame tin ákri,
imaste ómorfi paréa ke snobárume
tis ikogénias ti chimería nárki.
Tis ebiríes tis zoís de tha tis párume
sta kría édrana tu panepistimíu,
tha prochoráme sti zoí ópos gustárume
ke me tus nómus, pánta, tu pezodromíu,
tha prochoráme sti zoí ópos gustárume
ke me tus nómus, pánta, tu pezodromíu.
Apópse tha gustárume paréa
safós ke tha perásume orea,
to káti állo óli mas tha niósume
ke mavri tin psichí as paradósume.
|