Κι απόψε βρέχει το δάκρυ μου κυλάει στο σεντόνι
Κι απόψε βρέχει η νύχτα τη ζωή μου τη παγώνει
γιατί δεν ήρθες και μ’ άφησες εδώ να περιμένω;
γιατί δεν ήρθες σ’ αρέσει να με κάνεις να πεθαίνω;
Δεν αντέχω να σκεφτώ πως απόψε κάποια άλλη σ’ αγκαλιάζει
Δεν μπορώ να φανταστώ πως σε μια άκρη η καρδιά σου πως με βάζει
Δεν αντέχω να σκεφτώ πως απόψε κάποια άλλη σ’ αγκαλιάζει
Δεν μπορώ να φανταστώ πως σε μια άκρη η καρδιά σου πως με βάζει
Δεν αντέχω φτάνει, μη
μη με κάνεις να μισώ τον εαυτό μου
Και πάλι μόνη τυλίγεται στις στάχτες η ζωή μου
και πάλι μόνη μετράω τα συντρίμμια της ψυχής μου
γιατί δεν ήρθες; το ξέρεις πως απαντάς θα μου λείπεις
γιατί δεν ήρθες; πού βρίσκεσαι γιατί μ’ εγκαταλείπεις
|
Ki apópse vréchi to dákri mu kilái sto sentóni
Ki apópse vréchi i níchta ti zoí mu ti pagóni
giatí den írthes ke m’ áfises edó na periméno;
giatí den írthes s’ arési na me kánis na petheno;
Den antécho na skeftó pos apópse kápia álli s’ agkaliázi
Den boró na fantastó pos se mia ákri i kardiá su pos me vázi
Den antécho na skeftó pos apópse kápia álli s’ agkaliázi
Den boró na fantastó pos se mia ákri i kardiá su pos me vázi
Den antécho ftáni, mi
mi me kánis na misó ton eaftó mu
Ke páli móni tilígete stis stáchtes i zoí mu
ke páli móni metráo ta sintrímmia tis psichís mu
giatí den írthes; to kséris pos apantás tha mu lipis
giatí den írthes; pu vrískese giatí m’ egkatalipis
|