Με κοιτάζεις θλιμμένος και λες
πως λυπάσαι που φεύγεις μα θες
να ’μαι πάντα καλά στη ζωή μου
Προς την πόρτα βαδίζεις αργά
όμως μέσα σου ξέρεις καλά
πως μου κόβεις την αναπνοή μου
Δήθεν όλα είναι δήθεν
ότι συγκινείσαι τώρα που με χάνεις
Δήθεν άσε πια τα δήθεν
όσο προσποιείσαι πιο κακό μου κάνεις
Δήθεν όλα είναι δήθεν
Τη βαλίτσα στο χέρι κρατάς
και για τύχη καλή μου μιλάς
κι ότι πάντοτε θα με θυμάσαι
Και αν κάποτε σε χρειαστώ
μου ορκίζεσαι σ’ ένα λεπτό
στο πλευρό μου πάλι πως θα ‘σαι
|
Me kitázis thlimménos ke les
pos lipáse pu fevgis ma thes
na ’me pánta kalá sti zoí mu
Pros tin pórta vadízis argá
ómos mésa su kséris kalá
pos mu kóvis tin anapnoí mu
Díthen óla ine díthen
óti sigkinise tóra pu me chánis
Díthen áse pia ta díthen
óso prospiise pio kakó mu kánis
Díthen óla ine díthen
Ti valítsa sto chéri kratás
ke gia tíchi kalí mu milás
ki óti pántote tha me thimáse
Ke an kápote se chriastó
mu orkízese s’ éna leptó
sto plevró mu páli pos tha ‘se
|