Δένω τους κόμπους, εφτά φορές
και τους πετώ στα κύματα.
Μια σε βρίσκω μια σε χάνω
μια δε θα σε ξαναβρώ.
Κάτω απ’ τη ροδιά με βρίσκεις
κάτω απ’ τη μηλιά σε χάνω
σε πηγάδι που κοιμίζει τον καιρό.
Εικοσπέντε του Γενάρη,
περπατάς και ξεκινάς.
Δεν πηγαίνεις, δε γυρίζεις
και δεν ανταμώνεσαι.
Βρίσκεις πέτρα κι είναι φίδι
και νερό που είναι φωτιά.
Βρίσκεις φίλο το μαχαίρι
και πουλί το θάνατο.
Εικοσπέντε του Γενάρη,
περπατάς την ερημιά.
Βρίσκεις πέτρα να καθίσεις
βρίσκεις και νερό.
Βρίσκεις φίλο να ρωτήσεις
και πουλί πετούμενο.
|
Déno tus kóbus, eftá forés
ke tus petó sta kímata.
Mia se vrísko mia se cháno
mia de tha se ksanavró.
Káto ap’ ti rodiá me vrískis
káto ap’ ti miliá se cháno
se pigádi pu kimízi ton keró.
Ikospénte tu Genári,
perpatás ke ksekinás.
Den pigenis, de girízis
ke den antamónese.
Orískis pétra ki ine fídi
ke neró pu ine fotiá.
Orískis fílo to macheri
ke pulí to thánato.
Ikospénte tu Genári,
perpatás tin erimiá.
Orískis pétra na kathísis
vrískis ke neró.
Orískis fílo na rotísis
ke pulí petumeno.
|