Εκείνα που είχα να σου πω
ήταν μαχαίρια να κοπώ
και να χαθώ.
Από δειλία και ντροπές
δε σου ‘πα τίποτα ποτές
να λυτρωθώ.
Ακολουθούσες την αρχή
πως έτσι θέλει η εποχή
το ποσοστό.
Και μ’ ασημόχαρτα φτηνά
έντυνες τα μηδαμινά
και το σωστό.
Εγώ `χα μόνο ένα κορμί
να σου χαρίσω μια στιγμή
για να γελάς.
Μα τις ανθρώπινες ψυχές
τις έβλεπες σαν μετοχές
που τις πουλάς.
|
Ekina pu icha na su po
ítan macheria na kopó
ke na chathó.
Apó dilía ke ntropés
de su ‘pa típota potés
na litrothó.
Akoluthuses tin archí
pos étsi théli i epochí
to posostó.
Ke m’ asimócharta ftiná
éntines ta midaminá
ke to sostó.
Egó `cha móno éna kormí
na su charíso mia stigmí
gia na gelás.
Ma tis anthrópines psichés
tis évlepes san metochés
pu tis pulás.
|