Είχε νυχτώσει και με πήρε το παράπονο,
όσο σκεφτόμουνα πως άλλη σ’ αγκαλιάζει.
Μ’ένα τραγούδι λυπημένο και παράτονο,
πήρα το δρόμο που στην πόρτα σου με βγάζει.
Βάφτηκε η νύχτα με του πόνου μου τα χρώματα.
Κι εγώ της είπα τα φιλιά μου να σου στείλει.
Είχε νυχτώσει κι ως αργά τα ξημερώματα,
είχε ξεχάσει και ο ήλιος να ανατείλει.
Κι έκλαιγε μαζί μου το φεγγάρι και πονούσε,
μέχρι τα χαράματα για σένα μου μιλούσε.
Μ’ έβλεπε να λιώνω και με οίκτο με κοιτούσε,
Κι έκλαιγε μαζί μου το φεγγάρι και θρηνούσε.
Κι έκλαιγε μαζί μου το φεγγάρι…
Είχε νυχτώσει και στο δάκρυ μου καιγόμουνα,
που δεν κατάλαβες ποτέ αυτό που νιώθω.
Κι αυτά τα μάτια που για χάρη τους χανόμουνα,
άλλη κοιτάζανε μ’ αγάπη και με πόθο.
Μαύρες σκιές οι αναμνήσεις με τρομάζανε
κι εσύ σε άλλο προσκεφάλι ξαγρυπνούσες
Κι όλου του κόσμου τα φεγγάρια σε δικάζανε,
που μιαν αγάπη σαν κι αυτή περιφρονούσες.
|
Iche nichtósi ke me píre to parápono,
óso skeftómuna pos álli s’ agkaliázi.
M’éna tragudi lipiméno ke parátono,
píra to drómo pu stin pórta su me vgázi.
Oáftike i níchta me tu pónu mu ta chrómata.
Ki egó tis ipa ta filiá mu na su stili.
Iche nichtósi ki os argá ta ksimerómata,
iche ksechási ke o ílios na anatili.
Ki éklege mazí mu to fengári ke ponuse,
méchri ta charámata gia séna mu miluse.
M’ évlepe na lióno ke me ikto me kituse,
Ki éklege mazí mu to fengári ke thrinuse.
Ki éklege mazí mu to fengári…
Iche nichtósi ke sto dákri mu kegómuna,
pu den katálaves poté aftó pu niótho.
Ki aftá ta mátia pu gia chári tus chanómuna,
álli kitázane m’ agápi ke me pótho.
Mavres skiés i anamnísis me tromázane
ki esí se állo proskefáli ksagripnuses
Ki ólu tu kósmu ta fengária se dikázane,
pu mian agápi san ki aftí perifronuses.
|