Ακόμα μια μέρα χωρίς καλημέρα,
δίχως κάποιον να του πω, τον καφέ μου πικρό,
τι και τι, δεν πάει άλλο, ποιο πουκάμισο θα βάλω
και στο σκύλο μου θα πω “φεύγω μα θα ξαναρθώ”.
Εμείς οι μόνοι μας, ψυχούλες όλοι μας,
όλοι με μια κρυφή πληγή,
στον πόνο κλέβουμε και αλητεύουμε
για ένα αντίδοτο φιλί.
Ακόμα μια νύχτα χωρίς καληνύχτα,
δίχως κάποιον να του πω πως το έργο είναι φριχτό,
πως θα κόψω το τσιγάρο, ότι πήγα να τρακάρω,
κι ο δικός μου, σιωπηλός, όμως, σίγουρα πιστός.
Εμείς οι μόνοι μας, ψυχούλες όλοι μας,
όλοι με μια κρυφή πληγή,
στον πόνο κλέβουμε και αλητεύουμε
για ένα αντίδοτο φιλί.
|
Akóma mia méra chorís kaliméra,
díchos kápion na tu po, ton kafé mu pikró,
ti ke ti, den pái állo, pio pukámiso tha válo
ke sto skílo mu tha po “fevgo ma tha ksanarthó”.
Emis i móni mas, psichules óli mas,
óli me mia krifí pligí,
ston póno klévume ke alitevume
gia éna antídoto filí.
Akóma mia níchta chorís kaliníchta,
díchos kápion na tu po pos to érgo ine frichtó,
pos tha kópso to tsigáro, óti píga na trakáro,
ki o dikós mu, siopilós, ómos, sígura pistós.
Emis i móni mas, psichules óli mas,
óli me mia krifí pligí,
ston póno klévume ke alitevume
gia éna antídoto filí.
|