Κάθε μου σκέψη, όπως πάντα, σ’ αναζήτησε και χθες το βράδυ,
άδικα, φως μου, ένα δικό σου πάλι ζήτησε να βρει σημάδι,
σ’ ένα τασάκι το τσιγάρο μου να καίγεται χωρίς αιτία,
πώς με πληγώνει το κενό αυτό δε λέγεται κι η απουσία
Ένα βήμα πριν την τρέλα
η καρδιά μου αιμορραγεί,
μακριά σου δίχως φρένα
πάει στην καταστροφή
Μες απ’ τα πράγματα, που άγγιξες, ταξίδεψα τον έρωτά σου,
σαν το παιδί, που νιώθει μόνο, πάλι γύρεψα την αγκαλιά σου,
ένα ποτήρι, που γεμίζει αμέσως γρήγορα μόλις αδειάζει,
αυτή η απόσταση παντού μου βάζει σύνορα και με τρομάζει
|
Káthe mu sképsi, ópos pánta, s’ anazítise ke chthes to vrádi,
ádika, fos mu, éna dikó su páli zítise na vri simádi,
s’ éna tasáki to tsigáro mu na kegete chorís etía,
pós me pligóni to kenó aftó de légete ki i apusía
Έna víma prin tin tréla
i kardiá mu emorragi,
makriá su díchos fréna
pái stin katastrofí
Mes ap’ ta prágmata, pu ángikses, taksídepsa ton érotá su,
san to pedí, pu nióthi móno, páli girepsa tin agkaliá su,
éna potíri, pu gemízi amésos grígora mólis adiázi,
aftí i apóstasi pantu mu vázi sínora ke me tromázi
|