Ήσουνα δέκα χρονών κι εγώ μόλις γεννιόμουν
πήγαινες στο λύκειο κι εγώ δημοτικό.
Φόραγες ψηλά τακούνια, εγώ παιδί φοβόμουν
εσύ στα πάρτι πήγαινες κι εγώ έπαιζα κρυφτό.
Είσαι λάμα μαχαιριού που σκοτώνει τα όνειρα μου,
που ματώνει την καρδιά μου.
Είσαι λάμα μαχαιριού, είσαι ένα θολό τοπίο
που το βλέμμα μου ξοδεύω, ομορφιά μου σε χαζεύω,
μ’ όποιον είσαι τον ζηλεύω.
Εγώ δεκάξι έγινα, μεγάλωσα λιγάκι
μα εσύ είκοσι έξι την είχες δει αντράκι.
Πως έχεις ζήσει τη ζωή σου κι όλα τα ‘χεις χορτάσει
μα αυτή η κωλοκατάσταση πολύ μ’ έχει κουράσει.
Είσαι λάμα μαχαιριού που σκοτώνει τα όνειρα μου,
που ματώνει την καρδιά μου.
Είσαι λάμα μαχαιριού, είσαι ένα θολό τοπίο
που το βλέμμα μου ξοδεύω, ομορφιά μου σε χαζεύω,
μ’ όποιον είσαι τον ζηλεύω.
Σ’ ένα μήνα θα ‘μαι είκοσι κι εσύ στην εκκλησία
ο γάμος σου για μένανε θα είναι μια κηδεία.
Έτσι λοιπόν κορίτσι μου τελειώνει μια ιστορία
που μόνος μου την έζησα από τα δεκατρία.
Είσαι λάμα μαχαιριού.
|
Ήsuna déka chronón ki egó mólis genniómun
pígenes sto líkio ki egó dimotikó.
Fórages psilá takunia, egó pedí fovómun
esí sta párti pígenes ki egó épeza kriftó.
Ise láma macheriu pu skotóni ta ónira mu,
pu matóni tin kardiá mu.
Ise láma macheriu, ise éna tholó topío
pu to vlémma mu ksodevo, omorfiá mu se chazevo,
m’ ópion ise ton zilevo.
Egó dekáksi égina, megálosa ligáki
ma esí ikosi éksi tin iches di antráki.
Pos échis zísi ti zoí su ki óla ta ‘chis chortási
ma aftí i kolokatástasi polí m’ échi kurási.
Ise láma macheriu pu skotóni ta ónira mu,
pu matóni tin kardiá mu.
Ise láma macheriu, ise éna tholó topío
pu to vlémma mu ksodevo, omorfiá mu se chazevo,
m’ ópion ise ton zilevo.
S’ éna mína tha ‘me ikosi ki esí stin ekklisía
o gámos su gia ménane tha ine mia kidia.
Έtsi lipón korítsi mu telióni mia istoría
pu mónos mu tin ézisa apó ta dekatría.
Ise láma macheriu.
|