Με κοιτάξανε δυο μάτια
κλεφτά, κλεφτά, κλεφτά,
και με πήραν σε παλάτια
κλειστά, κλειστά, κλειστά,
με φυλάνε με δεκάξι
και δεκαεφτά σπαθιά,
στο βελούδο, στο μετάξι
βάζει ο έρωτας φωτιά.
Έτσι έγινα για σένα
τρελή, τρελή, τρελή,
δε λογάριασα κανένα
και σ’ αγάπησα πολύ.
Μου μιλήσανε δυο χείλη
ζεστά, ζεστά, ζεστά,
και με πήγανε ταξίδι
κρυφά, κρυφά, κρυφά,
με φιλήσανε δεκάξι
και δεκαεφτά φορές,
στο βελούδο, στο μετάξι
να ‘μαι χτες και να με καις.
Έτσι έγινα για σένα
τρελή, τρελή, τρελή,
δε λογάριασα κανένα
και σ’ αγάπησα πολύ.
|
Me kitáksane dio mátia
kleftá, kleftá, kleftá,
ke me píran se palátia
klistá, klistá, klistá,
me filáne me dekáksi
ke dekaeftá spathiá,
sto veludo, sto metáksi
vázi o érotas fotiá.
Έtsi égina gia séna
trelí, trelí, trelí,
de logáriasa kanéna
ke s’ agápisa polí.
Mu milísane dio chili
zestá, zestá, zestá,
ke me pígane taksídi
krifá, krifá, krifá,
me filísane dekáksi
ke dekaeftá forés,
sto veludo, sto metáksi
na ‘me chtes ke na me kes.
Έtsi égina gia séna
trelí, trelí, trelí,
de logáriasa kanéna
ke s’ agápisa polí.
|