Η νύχτα μεθυσμένη,
η νύχτα μεθυσμένη με ταξίμια
κι ανάβει το λυχνάρι ο Αλαντίν,
προτού να γίνουν όλα τα βλαστήμια
μάτια μου σμίγω το αμάν με το αμήν.
Μάνα μου είναι η Ανατολή,
η μοίρα μου Ρεμπέτισσα,
κι όλη την πονεμένη μου ζωή
με το ταξίμι κέντησα.
Μαγεύουν οι αγάπες,
μαγεύουν οι αγάπες το μυαλό μου
και οι Ρεμπέτες όλοι στη γραμμή,
ταξίδι για το μέλλον τ’ όνειρό μου
κι αυτοί να βρίσκονται μπροστά μου μια ζωή.
Μάνα μου είναι η Ανατολή,
η μοίρα μου Ρεμπέτισσα,
κι όλη την πονεμένη μου ζωή
με το ταξίμι κέντησα.
|
I níchta methisméni,
i níchta methisméni me taksímia
ki anávi to lichnári o Alantín,
protu na ginun óla ta vlastímia
mátia mu smígo to amán me to amín.
Mána mu ine i Anatolí,
i mira mu Rebétissa,
ki óli tin poneméni mu zoí
me to taksími kéntisa.
Magevun i agápes,
magevun i agápes to mialó mu
ke i Rebétes óli sti grammí,
taksídi gia to méllon t’ óniró mu
ki afti na vrískonte brostá mu mia zoí.
Mána mu ine i Anatolí,
i mira mu Rebétissa,
ki óli tin poneméni mu zoí
me to taksími kéntisa.
|