Αχ πως μικραίνει η απόσταση κάτω απ’ το φύλλο που πέφτει
Αχ πως ο χρόνος σηκώνεται και φανερώνεται άδειος
Πίσω, πίσω απ’ τη σιωπή πνιγμένο πλοίο νεκρό αντίο στην κουπαστή
Πίσω, πίσω απ’ τη φωνή αδειάζει η σκέψη και ακούει τη λέξη να ηχορραγεί
Μαύρη πεταλούδα παράξενη
μέσα στην ομίχλη διάφανη
Όποιος δε σε βλέπει ξεχνά
Και όποιος δε θυμάται
μαύρο θάνατο κοιμάται
Αχ πως ηχούν τα βήματα μέσα στο άδειο τοπίο
Αχ πως φυτρώνει στο χώμα γεμάτο χρώματα τραγούδι
Κι όταν το ποίημα ανοίγει μια χαράδρα πίσω απ’ τα κάδρα της γιορτής
Βγαίνει πάνω απ’ τις χαρές πάνω απ’ τις σφαγές μας
πεταλούδα με τη φτερούγα να αιμορραγεί
Μαύρη πεταλούδα παράξενη
μέσα στην ομίχλη διάφανη
Όποιος δε σε βλέπει ξεχνά
Και όποιος δε θυμάται
μαύρο θάνατο κοιμάται
|
Ach pos mikreni i apóstasi káto ap’ to fíllo pu péfti
Ach pos o chrónos sikónete ke fanerónete ádios
Píso, píso ap’ ti siopí pnigméno plio nekró antío stin kupastí
Píso, píso ap’ ti foní adiázi i sképsi ke akui ti léksi na ichorragi
Mavri petaluda parákseni
mésa stin omíchli diáfani
Όpios de se vlépi ksechná
Ke ópios de thimáte
mavro thánato kimáte
Ach pos ichun ta vímata mésa sto ádio topío
Ach pos fitróni sto chóma gemáto chrómata tragudi
Ki ótan to piima anigi mia charádra píso ap’ ta kádra tis giortís
Ogeni páno ap’ tis charés páno ap’ tis sfagés mas
petaluda me ti fteruga na emorragi
Mavri petaluda parákseni
mésa stin omíchli diáfani
Όpios de se vlépi ksechná
Ke ópios de thimáte
mavro thánato kimáte
|