Με μπουνάτσες και μποφόρια
ταξιδεύουν τα βαπόρια.
Στα λιμάνια όλης της γης,
δύσης και ανατολής.
Μα εγώ για το καλό μου,
βάζω πλώρη στο όνειρό μου.
Μια βαρκούλα να αρματώσω,
φλόκο και πανιά να απλώσω.
Να ‘ναι σύνεργα γεμάτη,
μάσες ξάπλες και ραχάτι.
Το κορμί μου στο νερό,
το μυαλό στο πέλαγο.
Και οι σκέψεις συννεφάκια
που με πάνε μακριά.
Με γλαρόνια στον αέρα
και δελφίνια στα νερά.
Με μπουνάτσες και μποφόρια
να με ψάχνουν τα βαπόρια.
Στα λιμάνια όλης της γης
δύσης και ανατολής.
Στα λιμάνια όλης της γης
μα ποτέ της γης αυτής.
|
Me bunátses ke bofória
taksidevun ta vapória.
Sta limánia ólis tis gis,
dísis ke anatolís.
Ma egó gia to kaló mu,
vázo plóri sto óniró mu.
Mia varkula na armatóso,
flóko ke paniá na aplóso.
Na ‘ne sínerga gemáti,
máses ksáples ke racháti.
To kormí mu sto neró,
to mialó sto pélago.
Ke i sképsis sinnefákia
pu me páne makriá.
Me glarónia ston aéra
ke delfínia sta nerá.
Me bunátses ke bofória
na me psáchnun ta vapória.
Sta limánia ólis tis gis
dísis ke anatolís.
Sta limánia ólis tis gis
ma poté tis gis aftís.
|