Μπροστά απ’ τα μάτια μου τους βλέπω να περνούν,
να τραγουδάνε, να υπόσχονται τη νίκη.
Ούτε οι μισοί δε θα γυρίσουν, μα γελούν,
φεύγουν να πάνε εκεί που κρύβονται οι λύκοι.
Θα πολεμήσουνε με δανεικές στολές
και το κουβάρι η ιστορία θα ξετυλίγει.
Από το μέτωπο θ’ ακούγονται φωνές
και κάθε βράδυ θα μετριούνται και πιο λίγοι.
Αλλού ήταν οι μάχες τους
κι εκείνα που ζητούσαν
κι αλλού στρατιώτες βρέθηκαν,
λάθος εχθρούς νικούσαν.
Θα είναι σίγουροι πως κάναν το σωστό,
αλλά το αίμα πώς να το δικαιολογήσουν.
Και ό,τι μείνει θα `ναι εαυτός μισός
πως κάποιοι κάποτε πεθάναν για να ζήσουν.
Αλλού ήταν οι μάχες τους
κι εκείνα που ζητούσαν
κι αλλού στρατιώτες βρέθηκαν,
λάθος εχθρούς νικούσαν.
|
Brostá ap’ ta mátia mu tus vlépo na pernun,
na tragudáne, na ipóschonte ti níki.
Oíte i misi de tha girísun, ma gelun,
fevgun na páne eki pu krívonte i líki.
Tha polemísune me danikés stolés
ke to kuvári i istoría tha ksetilígi.
Apó to métopo th’ akugonte fonés
ke káthe vrádi tha metriunte ke pio lígi.
Allu ítan i máches tus
ki ekina pu zitusan
ki allu stratiótes vréthikan,
láthos echthrus nikusan.
Tha ine síguri pos kánan to sostó,
allá to ema pós na to dikeologísun.
Ke ó,ti mini tha `ne eaftós misós
pos kápii kápote pethánan gia na zísun.
Allu ítan i máches tus
ki ekina pu zitusan
ki allu stratiótes vréthikan,
láthos echthrus nikusan.
|