Ήσουν η πιο καλή μου φίλη
τα ήξερες όλα για μένα
σε συναντούσα στις ταράτσες
που είχαμε όνειρα απλωμένα
Με τα δυο χέρια μου σαν κιάλια
στη γη κατέβαζα ένα αστέρι
και πάνω του έλεγα ποντάρω
τα όνειρά μας για να φέρει
Μα είναι τ’ αστέρια πεθαμένα
είναι από χρόνια πια σβησμένα
όσα κοιτούσαμε ήταν ψέμα
είναι τ’ αστέρια πεθαμένα
Έχουν περάσει δέκα χρόνια
που νέα σου δεν έχω μάθει
άραγε τα ’χεις καταφέρει
έμαθες τίποτα απ’ τα λάθη
Κάτω απ’ τον ουρανό οι δυο μας
θυμάμαι ενώσαμε τα χέρια
και στείλαμε ευχή στ’ αστέρια
να μη ξεχάσει η μια την άλλη
Μα είναι τ’ αστέρια πεθαμένα
είναι από χρόνια πια σβησμένα
όσα κοιτούσαμε ήταν ψέμα
είναι τ’ αστέρια πεθαμένα
|
Ήsun i pio kalí mu fíli
ta íkseres óla gia ména
se sinantusa stis tarátses
pu ichame ónira aploména
Me ta dio chéria mu san kiália
sti gi katévaza éna astéri
ke páno tu élega pontáro
ta ónirá mas gia na féri
Ma ine t’ astéria pethaména
ine apó chrónia pia svisména
ósa kitusame ítan pséma
ine t’ astéria pethaména
Έchun perási déka chrónia
pu néa su den écho máthi
árage ta ’chis kataféri
émathes típota ap’ ta láthi
Káto ap’ ton uranó i dio mas
thimáme enósame ta chéria
ke stilame efchí st’ astéria
na mi ksechási i mia tin álli
Ma ine t’ astéria pethaména
ine apó chrónia pia svisména
ósa kitusame ítan pséma
ine t’ astéria pethaména
|