Σε μια έκρηξη θυμού,
έκλεισα πίσω μου την πόρτα,
έδωσα όρκους δυνατούς,
πως δε θα γύριζα όπως πρώτα,
έσφιξα δόντια και ψυχή,
άρπαξα ό,τι πιο δικό μου,
και βγήκα βράδυ σαν τρελός,
μήπως και βρω τον λυτρωμό μου.
Σαν σκληρό ναρκωτικό,
δολοφονείς τον εγωισμό μου,
ώρες, κριτές, με οδηγούν,
κι υποχωρώ στον εθισμό μου,
σαν σκληρό ναρκωτικό,
δολοφονείς τον εγωισμό μου,
ώρες, κριτές, με οδηγούν,
κι υποχωρώ στον εθισμό μου,
σαν σκληρό ναρκωτικό,
δολοφονείς τον εγωισμό μου.
Σε μια έκρηξη θυμού,
είπαμε λόγια πικραμένα,
γκρέμισες ό,τι τρυφερό,
κρατούσα μέσα μου για `σένα,
σε μια στιγμή παροξυσμού,
χειρονομίες ξιφομάχοι,
κάναν τον έρωτα αυτό,
να μοιάζει με πεδίο μάχης.
Σαν σκληρό ναρκωτικό,
δολοφονείς τον εγωισμό μου,
ώρες, κριτές, με οδηγούν,
κι υποχωρώ στον εθισμό μου,
σαν σκληρό ναρκωτικό,
δολοφονείς τον εγωισμό μου,
ώρες, κριτές, με οδηγούν,
κι υποχωρώ στον εθισμό μου,
σαν σκληρό ναρκωτικό,
δολοφονείς τον εγωισμό μου.
|
Se mia ékriksi thimu,
éklisa píso mu tin pórta,
édosa órkus dinatus,
pos de tha giriza ópos próta,
ésfiksa dóntia ke psichí,
árpaksa ó,ti pio dikó mu,
ke vgíka vrádi san trelós,
mípos ke vro ton litromó mu.
San skliró narkotikó,
dolofonis ton egismó mu,
óres, krités, me odigun,
ki ipochoró ston ethismó mu,
san skliró narkotikó,
dolofonis ton egismó mu,
óres, krités, me odigun,
ki ipochoró ston ethismó mu,
san skliró narkotikó,
dolofonis ton egismó mu.
Se mia ékriksi thimu,
ipame lógia pikraména,
gkrémises ó,ti triferó,
kratusa mésa mu gia `séna,
se mia stigmí paroksismu,
chironomíes ksifomáchi,
kánan ton érota aftó,
na miázi me pedío máchis.
San skliró narkotikó,
dolofonis ton egismó mu,
óres, krités, me odigun,
ki ipochoró ston ethismó mu,
san skliró narkotikó,
dolofonis ton egismó mu,
óres, krités, me odigun,
ki ipochoró ston ethismó mu,
san skliró narkotikó,
dolofonis ton egismó mu.
|