Τις νύχτες πάνω στις κορφές ουρλιάζω
σαν τσακάλι, να κομματιάσω τη σιωπή
και οι αναμνήσεις στο μυαλό χορεύουν πεντοζάλη
στης μοναξιάς μου τη γιορτή.
Τα παραμύθια που αγαπώ στο τέλος κρύβουν δράκο
και δεν μπορώ να κοιμηθώ.
Σκάβω στην άμμο να με βρω και πέφτω μες στο λάκκο
με τον χαμένο μου εαυτό.
Ως εδώ, φτάνει ως εδώ
ως εδώ, στον ίσκιο μου να ζω.
Ως εδώ, στο λέω, ως εδώ
ως εδώ, τελειώνουν όλα εδώ.
Μ’ ακολουθούνε συνεχώς φεγγάρια σκουριασμένα
που βγάζουν φως λυπητερό
κι έχω τις νύχτες συντροφιά τραγούδια λυπημένα
απ’ της καρδιάς μου την ηχώ.
Το ημερολόγιο κοιτώ και οι μέρες δεν περνάνε
και ζω το ίδιο σκηνικό
τι θα συμβεί ν’ ανησυχώ, να σκέφτομαι πού πάμε
ακροβατόντας στο κενό.
Ως εδώ, φτάνει ως εδώ
ως εδώ, στον ίσκιο μου να ζω.
Ως εδώ, στο λέω, ως εδώ
ως εδώ, τελειώνουν όλα εδώ.
|
Tis níchtes páno stis korfés urliázo
san tsakáli, na kommatiáso ti siopí
ke i anamnísis sto mialó chorevun pentozáli
stis monaksiás mu ti giortí.
Ta paramíthia pu agapó sto télos krívun dráko
ke den boró na kimithó.
Skávo stin ámmo na me vro ke péfto mes sto lákko
me ton chaméno mu eaftó.
Os edó, ftáni os edó
os edó, ston ískio mu na zo.
Os edó, sto léo, os edó
os edó, teliónun óla edó.
M’ akoluthune sinechós fengária skuriasména
pu vgázun fos lipiteró
ki écho tis níchtes sintrofiá tragudia lipiména
ap’ tis kardiás mu tin ichó.
To imerológio kitó ke i méres den pernáne
ke zo to ídio skinikó
ti tha simvi n’ anisichó, na skéftome pu páme
akrovatóntas sto kenó.
Os edó, ftáni os edó
os edó, ston ískio mu na zo.
Os edó, sto léo, os edó
os edó, teliónun óla edó.
|