Συννεφιασμένη μέρα σε γνώρισα
ένα σάπιο φρούτο το κορμί σου
εκ πρώτης όψεως σε είδα και αρρώστησα
κι ήρθα τρεχάτος για να την βρω μαζί σου.
Με μια κοπέλα πρώτης τάξεως στα χέρια μου
που ξέρει να κάνει όλα τα παιχνίδια
εγώ βαστώ σφιχτά οδηγώντας το τιμόνι μου
κι αυτή με χαϊδεύει και τρώει φιστίκια.
Σε φιλώ στον ώμο και με λες Μογγόλο
σε φιλώ με πιάνεις και παιδιά δεν κάνεις,
σε φιλώ με πιάνεις μη το ξανακάνεις,
σε φιλώ στον ώμο, κουαρτέτο στο Βόλο.
Παρέα με τον πιο καλό μου φίλο
που μοιάζει και με τον Μπουκόφσκι λίγο,
έχει απ’ τη φύση του ένα χάρισμα
γουστάρει μουσική, πιοτό, γυναίκες και σαλτάρισμα.
Πάντα μαζί είμαστε παρέα
έχει και μια μικρή που ‘χει δυο μάτια ωραία
την κάνει νταχτιρντί και μεις γουστάρουμε
όπου απ’ τα σιρόπια θα φλιπάρουμε.
Βρε τις φιλούσαμε στους ώμους
και μας λέγανε Μογγόλους,
τις φιλούσαμε μας πιάνανε
και ποτέ παιδιά δεν κάνανε.
Τις φιλούσαμε στο μόλο
τι ωραία στο Βόλο,
τις φιλούσαμε μας πιάνανε
τι ωραία που περνάγαμε.
|
Sinnefiasméni méra se gnórisa
éna sápio fruto to kormí su
ek prótis ópseos se ida ke arróstisa
ki írtha trechátos gia na tin vro mazí su.
Me mia kopéla prótis tákseos sta chéria mu
pu kséri na káni óla ta pechnídia
egó vastó sfichtá odigóntas to timóni mu
ki aftí me chaidevi ke trói fistíkia.
Se filó ston ómo ke me les Mongólo
se filó me piánis ke pediá den kánis,
se filó me piánis mi to ksanakánis,
se filó ston ómo, kuartéto sto Oólo.
Paréa me ton pio kaló mu fílo
pu miázi ke me ton Bukófski lígo,
échi ap’ ti físi tu éna chárisma
gustári musikí, piotó, ginekes ke saltárisma.
Pánta mazí imaste paréa
échi ke mia mikrí pu ‘chi dio mátia orea
tin káni ntachtirntí ke mis gustárume
ópu ap’ ta sirópia tha flipárume.
Ore tis filusame stus ómus
ke mas légane Mongólus,
tis filusame mas piánane
ke poté pediá den kánane.
Tis filusame sto mólo
ti orea sto Oólo,
tis filusame mas piánane
ti orea pu pernágame.
|