Αφήστε με να κλάψω μόνη
τώρα που αρχίζει να νυχτώνει.
Δε θέλω άνθρωπο να δω,
μες στο ποτήρι θα χαθώ.
Πίνω και μεθώ,
μόνη μου τραβώ το ζόρι μου.
Πίνω και μεθώ,
απόψε χώρισα το αγόρι μου.
Τέλειωσαν κι απόψε τα τσιγάρα μου,
στο πακέτο έβαλα φωτιά.
Και στη στάχτη βλέπω τη μορφή σου
που μου γονατίζει την καρδιά.
Αφήστε με στον εαυτό μου,
έκαψα τον εγωισμό μου.
Δε θέλω άνθρωπο να δω,
θα μείνω μόνη μου εδώ.
|
Afíste me na klápso móni
tóra pu archízi na nichtóni.
De thélo ánthropo na do,
mes sto potíri tha chathó.
Píno ke methó,
móni mu travó to zóri mu.
Píno ke methó,
apópse chórisa to agóri mu.
Téliosan ki apópse ta tsigára mu,
sto pakéto évala fotiá.
Ke sti stáchti vlépo ti morfí su
pu mu gonatízi tin kardiá.
Afíste me ston eaftó mu,
ékapsa ton egismó mu.
De thélo ánthropo na do,
tha mino móni mu edó.
|