Γέμισε η νύχτα το δικό μου ουρανό
χάθηκε ο χάρτης με το θησαυρό,
πως τα καταφέραμε σε ένα λεπτό
όλα αυτά που νιώσαμε να πιάσουνε βυθό.
Κοίτα πως βουλιάζουν τ’ αστέρια,
κοίτα στα δικά μου τα χέρια η πίκρα,
στα δικά σου η λύπη,
κοίτα τον καθρέφτη τον θύτη.
Μα κοίτα πως βουλιάζουν τ’ αστέρια,
κοίτα στα δικά μου τα χέρια η πίκρα
στα δικά σου η λύπη,
κοίτα τον καθρέφτη τον θύτη.
Ξέβρασε η θάλασσα μια αγάπη απ’ τον πάτο
καιρός μου είπες να πάμε παρακάτω,
αφού απαγκιστρώθηκες απ’ τη δική μου γκρίνια
ήρθε τώρα η ώρα να σπάζει λίγο η γκίνια.
Μα κοίτα πως βουλιάζουν τ’ αστέρια
κοίτα στα δικά μου τα χέρια η πίκρα
στα δικά σου η λύπη,
κοίτα τον καθρέφτη τον θύτη.
Γέμισε η νύχτα τον δικό μου ουρανό
πως τα καταφέραμε, πως τα καταφέραμε
σε ένα λεπτό.
Πως βουλιάζουν τα αστέρια,
κοίτα στα δικά μου τα χέρια η πίκρα,
στα δικά σου η λύπη,
κοίτα τον καθρέφτη τον θύτη.
Μα κοίτα πως βουλιάζουν τ’ αστέρια,
κοίτα στα δικά μου τα χέρια η πίκρα,
στα δικά σου η λύπη,
κοίτα τον καθρέφτη τον θύτη.
Μα κοίτα,
κοίτα πως βουλιάζουν τα αστέρια,
κοίτα.
|
Gemise i níchta to dikó mu uranó
cháthike o chártis me to thisavró,
pos ta kataférame se éna leptó
óla aftá pu niósame na piásune vithó.
Kita pos vuliázun t’ astéria,
kita sta diká mu ta chéria i píkra,
sta diká su i lípi,
kita ton kathréfti ton thíti.
Ma kita pos vuliázun t’ astéria,
kita sta diká mu ta chéria i píkra
sta diká su i lípi,
kita ton kathréfti ton thíti.
Ksévrase i thálassa mia agápi ap’ ton páto
kerós mu ipes na páme parakáto,
afu apagkistróthikes ap’ ti dikí mu gkrínia
írthe tóra i óra na spázi lígo i gkínia.
Ma kita pos vuliázun t’ astéria
kita sta diká mu ta chéria i píkra
sta diká su i lípi,
kita ton kathréfti ton thíti.
Gemise i níchta ton dikó mu uranó
pos ta kataférame, pos ta kataférame
se éna leptó.
Pos vuliázun ta astéria,
kita sta diká mu ta chéria i píkra,
sta diká su i lípi,
kita ton kathréfti ton thíti.
Ma kita pos vuliázun t’ astéria,
kita sta diká mu ta chéria i píkra,
sta diká su i lípi,
kita ton kathréfti ton thíti.
Ma kita,
kita pos vuliázun ta astéria,
kita.
|