Δεν είν’ αλήθεια
πως άνοιξε η πόρτα
και μπήκε στο σκοτάδι
του κήπου η ευωδιά
απ’ τα υγρά τα χόρτα
Δεν ειν’ αλήθεια
στο άβατο αυτό
που έσβηνε η ζωή μου
πως άναψε στα χείλια
κρυφό φιλί καυτό
Μαλλιά βρεγμένα
δάχτυλα μπλεγμένα
το φως που ξημερώνει
η αγάπη που λυτρώνει
στη θάλασσα, να κρυφτούμε στη θάλασσα
να χαθούμε στη θάλασσα μαζί
Δεν είν’ αλήθεια
πως είδαμε τ’ αστέρια
μαζί με το φεγγάρι
να κρέμονται γλυκά
απ’ των κλαδιών τα χέρια
Κι αν είν’ αλήθεια
πως ήρθε καλοκαίρι
ο ήλιος ο ζεστός
μας πήρε μια για πάντα
απ’ της βροχής τα μέρη
Μαλλιά βρεγμένα
δάχτυλα μπλεγμένα
το φως που ξημερώνει
η αγάπη που λυτρώνει
στη θάλασσα, να κρυφτούμε στη θάλασσα
να χαθούμε στη θάλασσα μαζί
|
Den in’ alíthia
pos ánikse i pórta
ke bíke sto skotádi
tu kípu i evodiá
ap’ ta igrá ta chórta
Den in’ alíthia
sto ávato aftó
pu ésvine i zoí mu
pos ánapse sta chilia
krifó filí kaftó
Malliá vregména
dáchtila blegména
to fos pu ksimeróni
i agápi pu litróni
sti thálassa, na kriftume sti thálassa
na chathume sti thálassa mazí
Den in’ alíthia
pos idame t’ astéria
mazí me to fengári
na krémonte gliká
ap’ ton kladión ta chéria
Ki an in’ alíthia
pos írthe kalokeri
o ílios o zestós
mas píre mia gia pánta
ap’ tis vrochís ta méri
Malliá vregména
dáchtila blegména
to fos pu ksimeróni
i agápi pu litróni
sti thálassa, na kriftume sti thálassa
na chathume sti thálassa mazí
|