Δε θα `θελα εδώ Θεός να επέμβει
και ας ξέρω, φως μου, πως τυφλά τον υπακούς
Σκυφτός εγώ, γονατιστός, θα του ζητούσα
να μην επέμβει στους θολούς σου δισταγμούς
Μη σε φέρει, μη σε στείλει
μη σ’ αγγίξει τόσο δα
και επιτέλους αν σε στείλει
να σε στείλει εδώ ξανά
Χέρια μου αδειανά, Χριστέ!
άδεια μου αγκαλιά, Χριστέ μου!
Χέρια μου αδειανά, Χριστέ!
άδεια μου αγκαλιά
Αν και για μένα αγγελούδια δεν υπάρχουν
μόλις σε ιδώ κοντεύουν να επαληθευτούν
Αχ θα τα εσύναζα και θα τα εκλιπαρούσα
με τις φλογίτσες τους στο πλάι σου να σταθούν
Να σου φέγγουν να βαδίζεις
εν χάριτι ομορφιάς
σαν Χριστός πάνω απ’ τη λίμνη
και σε μένα να γυρνάς
Βαμμένος είμαι στην αγάπη
έτσι ήσουν πάντοτε κι εσύ
Πιστεύω σ’ ένα μονοπάτι
που θα `μαστε μαζί
Κι έτσι ας καίνε οι λαμπάδες
στα μονοπάτια στα βουνά
κι εκείνη πάντα θα επιστρέφει
κάθε στιγμή παντοτινά
|
De tha `thela edó Theós na epémvi
ke as kséro, fos mu, pos tiflá ton ipakus
Skiftós egó, gonatistós, tha tu zitusa
na min epémvi stus tholus su distagmus
Mi se féri, mi se stili
mi s’ angiksi tóso da
ke epitélus an se stili
na se stili edó ksaná
Chéria mu adianá, Christé!
ádia mu agkaliá, Christé mu!
Chéria mu adianá, Christé!
ádia mu agkaliá
An ke gia ména angeludia den ipárchun
mólis se idó kontevun na epalitheftun
Ach tha ta esínaza ke tha ta ekliparusa
me tis flogitses tus sto plái su na stathun
Na su féngun na vadízis
en cháriti omorfiás
san Christós páno ap’ ti límni
ke se ména na girnás
Oamménos ime stin agápi
étsi ísun pántote ki esí
Pistevo s’ éna monopáti
pu tha `maste mazí
Ki étsi as kene i labádes
sta monopátia sta vuná
ki ekini pánta tha epistréfi
káthe stigmí pantotiná
|