Δεν υπάρχει μεγαλύτερο κακό,
δεν υπάρχει μεγαλύτερη πικρία,
ν’ αγαπάς τον άνθρωπό σου σαν Θεό
με αντάλλαγμα την αδιαφορία.
Πάψε πια ν’ αδιαφορείς
έρωτά μου και λατρεία
με κατάντησες σωρό
κι άλλο πια δεν τη μπορώ
τη δική σου αδιαφορία.
Να κρεμιέμαι από μια λέξη σου ψυχρή,
να κρατιέμαι από μια άχρωμη ματιά σου,
λίγα χάδια να ζητώ με πυρετό
και να βρίσκω παγωμένα τα φιλιά σου.
Πάψε πια ν’ αδιαφορείς
έρωτά μου και λατρεία
με κατάντησες σωρό
κι άλλο πια δεν τη μπορώ
τη δική σου αδιαφορία.
|
Den ipárchi megalítero kakó,
den ipárchi megalíteri pikría,
n’ agapás ton ánthropó su san Theó
me antállagma tin adiaforía.
Pápse pia n’ adiaforis
érotá mu ke latria
me katántises soró
ki állo pia den ti boró
ti dikí su adiaforía.
Na kremiéme apó mia léksi su psichrí,
na kratiéme apó mia áchromi matiá su,
líga chádia na zitó me piretó
ke na vrísko pagoména ta filiá su.
Pápse pia n’ adiaforis
érotá mu ke latria
me katántises soró
ki állo pia den ti boró
ti dikí su adiaforía.
|