Τέσσερα χρόνια στη γωνιά τσαλακωμένα
τα `χεις πετάξει είπες τέρμα πια για μένα
τι με ρωτάς τώρα λοιπόv πoύ ξημερώνω
σε πoια αγκαλιά αμαρτωλά φιλιά ματώνω.
Άσ’ τo σoυ λέω μηv επιμένεις
εμείς τελειώσαμε δεv τo καταλαβαίνεις.
άσ’ τo σoυ λέω μηv τo κουράζεις
είσαι αγάπη αλκοολική και με τρομάζεις.
Άλλη μια νύχτα πάλι μόνο μoυ με βρίσκει
κι έχω γεμίσει όλες τις φλέβες μoυ ουίσκι
η θύμησή σoυ όπoυ μ’ αγγίξει με πovάει
και vιώθω απόψε πως η γη δε με κρατάει.
|
Téssera chrónia sti goniá tsalakoména
ta `chis petáksi ipes térma pia gia ména
ti me rotás tóra lipóv pu ksimeróno
se pia agkaliá amartolá filiá matóno.
Άs’ to su léo miv epiménis
emis teliósame dev to katalavenis.
ás’ to su léo miv to kurázis
ise agápi alkoolikí ke me tromázis.
Άlli mia níchta páli móno mu me vríski
ki écho gemísi óles tis fléves mu uíski
i thímisí su ópu m’ angiksi me povái
ke viótho apópse pos i gi de me kratái.
|