Ο χρόνος είναι κυνηγός,
που με ουράνιο τόξο
ό, τι πετάξει απ’ την ψυχή,
ανθρώπου γέλιο ή προσευχή,
το κυνηγάει για να βγει στο φως
για της ζωής τη δόξα.
Μα εμένα κι αν με βρουν τα βέλη,
για δυο φιλιά απ’ άγριο μέλι
θα ξεκινήσω
κι αν είναι ο δρόμος θάνατός μου,
κι ο έρωτας πιο δυνατός μου,
μου φτάνει που έφτασα ως εκεί,
θα συλλαβίσω.
|
O chrónos ine kinigós,
pu me uránio tókso
ó, ti petáksi ap’ tin psichí,
anthrópu gélio í prosefchí,
to kinigái gia na vgi sto fos
gia tis zoís ti dóksa.
Ma eména ki an me vrun ta véli,
gia dio filiá ap’ ágrio méli
tha ksekiníso
ki an ine o drómos thánatós mu,
ki o érotas pio dinatós mu,
mu ftáni pu éftasa os eki,
tha sillavíso.
|