Φωτιά, φωνή κι η νύχτα φωτίζει
Με μια ματιά το απέραντο χτίζει
Πονά, ματώνει, τον ύπνο ξυπνάει
Γελά, φουντώνει, στα στήθια σου πνίγεται
Ρολόγια δείκτες σιωπούν
Κι όλοι οι πλανήτες ηχούν
Καθώς περνάει φέρνει ρεύμα από άλλους καιρούς
Κρατάει φωτιά και σπαθί με γρίφους άλυτους
Κι απ’ τους ζωντανούς, μόνο όσοι τον σκότωσαν τον είδαν
Σαν φως κυλάει, αχνά τρεμοπαίζει
Βουτάει, λυγίζει, μα πάντα επιμένει
Στιγμή, σιωπή, βαθιά στους αιώνες
Κοιτά, θροΐζει σαν ρίγος στα φύλλα σου
|
Fotiá, foní ki i níchta fotízi
Me mia matiá to apéranto chtízi
Poná, matóni, ton ípno ksipnái
Gelá, funtóni, sta stíthia su pnígete
Rológia diktes siopun
Ki óli i planítes ichun
Kathós pernái férni revma apó állus kerus
Kratái fotiá ke spathí me grífus álitus
Ki ap’ tus zontanus, móno ósi ton skótosan ton idan
San fos kilái, achná tremopezi
Outái, ligizi, ma pánta epiméni
Stigmí, siopí, vathiá stus eónes
Kitá, throΐzi san rígos sta fílla su
|