Όποιος στα πόδια έχει φτερά
ανοίγει στην ψυχή του δρόμο,
γεννιέται δεύτερη φορά
και καταργεί το χρόνο.
Ποτέ δε ρίζωσε άνθρωπος
πάνω σε ξένο χώμα,
ποιος την αντέχει τη σκλαβιά
και στο παιχνίδι ακόμα.
Αιχμάλωτοι και σκλάβοι,
με τι καρδιά να παίξεις,
ποτέ μου δεν αγάπησα
αυτές τις άγριες λέξεις
κι ήταν η πέτρα “μάνα”
που ξέρει από πόνο κι από κλάμα.
Ο δρόμος είναι τ’ όνειρο
κι ο φόβος σου είναι η γνώση,
αγκάλιασέ με να χαρείς
κι έχει βαθιά νυχτώσει.
|
Όpios sta pódia échi fterá
anigi stin psichí tu drómo,
genniéte defteri forá
ke katargi to chróno.
Poté de rízose ánthropos
páno se kséno chóma,
pios tin antéchi ti sklaviá
ke sto pechnídi akóma.
Echmáloti ke sklávi,
me ti kardiá na peksis,
poté mu den agápisa
aftés tis ágries léksis
ki ítan i pétra “mána”
pu kséri apó póno ki apó kláma.
O drómos ine t’ óniro
ki o fóvos su ine i gnósi,
agkáliasé me na charis
ki échi vathiá nichtósi.
|