Χιονισμένο ναυάγιο,
ζει το φιλί από το κύμα σου
που πρόχειρα με ξέρασε,
μα αν θες προσπέρασε
τη μυρωδιά μου απ’ το αλκοόλ και κέρασε,
λίγη ζωή σε μια καρδιά αληθινή.
Σαν σπασμένο παιχνίδι,
και να με παίξεις περιμένω αν θες μπορείς,
και να γελάσεις που κυλιέμαι μπρος τα πόδια σου,
Μεθυσμένο συντρίμμι,
και σαν αγρίμι να χιμήξεις προσπαθείς,
στα αισθήματά μου που ‘πες το ποτό πως γέννησε
Άλλη μια ευκαιρία,
δώστε λίγη αγάπη στον φτωχό, καλέ κυρία,
πάω να σ’ αγκαλιάσω και τραβιέσαι,
θέλεις και τα κάνεις ή χαλιέσαι;
Άλλη μια ευκαιρία,
δώστε λίγη αγάπη στον φτωχό, καλέ κυρία,
νιώθω απ’ τη ματιά σου πως αγχώθηκες,
νιώθω απ’ τον σφυγμό σου σ’ άλλον δόθηκες…
|
Chionisméno nafágio,
zi to filí apó to kíma su
pu próchira me ksérase,
ma an thes prospérase
ti mirodiá mu ap’ to alkoól ke kérase,
lígi zoí se mia kardiá alithiní.
San spasméno pechnídi,
ke na me peksis periméno an thes boris,
ke na gelásis pu kiliéme bros ta pódia su,
Methisméno sintrímmi,
ke san agrími na chimíksis prospathis,
sta esthímatá mu pu ‘pes to potó pos génnise
Άlli mia efkería,
dóste lígi agápi ston ftochó, kalé kiría,
páo na s’ agkaliáso ke traviése,
thélis ke ta kánis í chaliése;
Άlli mia efkería,
dóste lígi agápi ston ftochó, kalé kiría,
niótho ap’ ti matiá su pos agchóthikes,
niótho ap’ ton sfigmó su s’ állon dóthikes…
|