Σε σκαλοπάτια κάθομαι, απέναντι απ’ τον Ήλιο
Άγιος, άγιος, σαν ψώραβο σκυλί.
Κλείνω τα μάτια, σκέφτομαι “άραγε θα θυμάμαι
Αύριο, αύριο, ετούτη τη στιγμή;”
Φτιάχνουμε το κουκούλι μας,
με ψέμα και μ’ αλήθεια
Ααα! Με πόνο και γιορτή.
Σαν ωριμάσει ο καιρός,
και πάρουν το μετάξι,
Ααα! Ο Ήλιος θα κρυφτεί.
Μέσα από τα φυλλώματα γλιστράνε οι αχτίδες
Γέφυρες, γέφυρες, με κάτι πιο βαθύ
Θολά κι αμίλητα βουνά, πέρα από τις στέγες
Ήσυχα, ήσυχα, θα βρούμε την αρχή.
Φτιάχνουμε το κουκούλι μας,
με ψέμα και μ’ αλήθεια
Ααα! Με πόνο και γιορτή.
Σαν ωριμάσει ο καιρός,
και πάρουν το μετάξι,
Ααα!! Ο Ήλιος θα κρυφτεί.
Μια μέρα θα `ναι, σαν κι αυτή, που θα περάσω αντίκρυ
Άσχημος, άσχημος, σαν ψώραβο σκυλί.
Θα καίει ο Ήλιος, κι ίσως δω κάποιον ν’ αναρωτιέται
Αύριο, αύριο, αν θα ναι στη ζωή.
Φτιάχνουμε το κουκούλι μας,
με ψέμα και μ’ αλήθεια
Ααα!! Με πόνο και γιορτή.
Σαν ωριμάσει ο καιρός,
και πάρουν το μετάξι,
Ααα! Ο Ήλιος θα κρυφτεί.
|
Se skalopátia káthome, apénanti ap’ ton Ήlio
Άgios, ágios, san psóravo skilí.
Klino ta mátia, skéftome “árage tha thimáme
Avrio, avrio, etuti ti stigmí;”
Ftiáchnume to kukuli mas,
me pséma ke m’ alíthia
Aaa! Me póno ke giortí.
San orimási o kerós,
ke párun to metáksi,
Aaa! O Ήlios tha krifti.
Mésa apó ta fillómata glistráne i achtídes
Gefires, géfires, me káti pio vathí
Tholá ki amílita vuná, péra apó tis stéges
Ήsicha, ísicha, tha vrume tin archí.
Ftiáchnume to kukuli mas,
me pséma ke m’ alíthia
Aaa! Me póno ke giortí.
San orimási o kerós,
ke párun to metáksi,
Aaa!! O Ήlios tha krifti.
Mia méra tha `ne, san ki aftí, pu tha peráso antíkri
Άschimos, áschimos, san psóravo skilí.
Tha kei o Ήlios, ki ísos do kápion n’ anarotiéte
Avrio, avrio, an tha ne sti zoí.
Ftiáchnume to kukuli mas,
me pséma ke m’ alíthia
Aaa!! Me póno ke giortí.
San orimási o kerós,
ke párun to metáksi,
Aaa! O Ήlios tha krifti.
|