Με προσμονή
περιμένω να σε δω κάθε πρωί,
κι είναι αυτή
της μέρας μου η πιο χαρούμενη στιγμή.
Μια αφορμή
είναι ότι ψάχνω για να έρθω ως εκεί,
και να σου πω
πως θέλω τόσο να σου κλέψω ένα φιλί.
Μου μιλάς και λιώνω, παρασύρομαι,
στη ματιά σου μόνο τώρα αφήνομαι,
μόλις σε σκεφτώ η καρδιά μου σκάει
σα βεγγαλικό.
Μου γελάς και πάει, καταστράφηκα,
δε σου το χρεώνω όμως χάθηκα,
δώσε μου ένα φιλί
μήπως και τη βγάλω καθαρή.
Και πιο αργά,
όταν γυρίζεις κουρασμένη απ’ τη δουλειά,
σε συναντώ,
δήθεν τυχαία απ’ την πόρτα σου περνώ.
Κι είναι πολλά
που έχω προβάρει να σου πω κάποια φορά,
χαμογελάς
και το μυαλό μου σταματάει ξαφνικά.
Μου μιλάς και λιώνω, παρασύρομαι,
στη ματιά σου μόνο τώρα αφήνομαι,
μόλις σε σκεφτώ η καρδιά μου σκάει
σα βεγγαλικό.
Μου γελάς και πάει, καταστράφηκα,
δε σου το χρεώνω όμως χάθηκα,
δώσε μου ένα φιλί
μήπως και τη βγάλω καθαρή.
|
Me prosmoní
periméno na se do káthe pri,
ki ine aftí
tis méras mu i pio charumeni stigmí.
Mia aformí
ine óti psáchno gia na értho os eki,
ke na su po
pos thélo tóso na su klépso éna filí.
Mu milás ke lióno, parasírome,
sti matiá su móno tóra afínome,
mólis se skeftó i kardiá mu skái
sa vengalikó.
Mu gelás ke pái, katastráfika,
de su to chreóno ómos cháthika,
dóse mu éna filí
mípos ke ti vgálo katharí.
Ke pio argá,
ótan girízis kurasméni ap’ ti duliá,
se sinantó,
díthen tichea ap’ tin pórta su pernó.
Ki ine pollá
pu écho provári na su po kápia forá,
chamogelás
ke to mialó mu stamatái ksafniká.
Mu milás ke lióno, parasírome,
sti matiá su móno tóra afínome,
mólis se skeftó i kardiá mu skái
sa vengalikó.
Mu gelás ke pái, katastráfika,
de su to chreóno ómos cháthika,
dóse mu éna filí
mípos ke ti vgálo katharí.
|