Λες και τρώμε το χειμώνα παγωτό.
Λες και πέφτουμε σε τοίχους μ’ εκατό.
Έτσι ανάποδα λυγάω το βράδυ αυτό
του νου τη βέργα.
Λες και η στάθμη της αγάπης πάει να βρει
πόσοι κρύβονται στη λάσπη θησαυροί.
Πως κοπήκανε στα δάχτυλα οι σταυροί
γι’ ανθρώπων έργα.
Αδιόρθωτα τα μάτια κι οι καρδιές
με κουμπιά και φερμουάρ κατεστραμμένα
δυο κουβέντες μου σου πέσανε βαριές
κι αποφάσισες να ζεις χωρίς εμένα.
Λες και στρώσαμε τον Αύγουστο χαλί
λες και βγήκε τ’ ασανσέρ σ’ ένα κελί
που ένας το βλέπε το φως γι’ ανατολή
κι άλλος για δύση.
Λες και μέσα μας τ’ αντίθετα τραβάν
να ψηφίσουνε στο ίδιο παραβάν
σαν αιώνιο Ιησούν ή Βαραβάν
του ανθρώπου η φύση.
|
Les ke tróme to chimóna pagotó.
Les ke péftume se tichus m’ ekató.
Έtsi anápoda ligáo to vrádi aftó
tu nu ti vérga.
Les ke i státhmi tis agápis pái na vri
pósi krívonte sti láspi thisavri.
Pos kopíkane sta dáchtila i stavri
gi’ anthrópon érga.
Adiórthota ta mátia ki i kardiés
me kubiá ke fermuár katestramména
dio kuvéntes mu su pésane variés
ki apofásises na zis chorís eména.
Les ke strósame ton Avgusto chalí
les ke vgíke t’ asansér s’ éna kelí
pu énas to vlépe to fos gi’ anatolí
ki állos gia dísi.
Les ke mésa mas t’ antítheta traván
na psifísune sto ídio paraván
san eónio Iisun í Oaraván
tu anthrópu i físi.
|