Πήγαινα
με το σώμα αγκαλιά
με το σώμα μου μόνο εξηγούσα.
Πήγαινα
κι εξηγούσα τον άνθρωπο
πως να διαλέγει βουνά…
Πήγαινα
και τα μάτια στην πλάτη
αχ, τα μάτια στην πλάτη γυρνούσα.
Πήγαινα
και στους ώμους τα βλέφαρα
ζωγραφισμένα ανοιχτά.
Αχ, να σε δω
να πηγαίνεις αντίθετα πια.
Αχ, να σε δω
ν’ ανεβαίνεις δικά σου βουνά.
Να σε βλέπω
και τα μάτια να ζητάνε να γίνουν πουλιά.
Να σε βλέπω
μα το σώμα να πηγαίνει αντίθετα πια…
Πήγαινα
και τα μάτια στην πλάτη
αχ τα μάτια στην πλάτη γυρνούσα.
Πήγαινα
και στους ώμους τα δάκρυα
τα δάκρυα ποτάμια ανοιχτά.
|
Pígena
me to sóma agkaliá
me to sóma mu móno eksigusa.
Pígena
ki eksigusa ton ánthropo
pos na dialégi vuná…
Pígena
ke ta mátia stin pláti
ach, ta mátia stin pláti girnusa.
Pígena
ke stus ómus ta vléfara
zografisména anichtá.
Ach, na se do
na pigenis antítheta pia.
Ach, na se do
n’ anevenis diká su vuná.
Na se vlépo
ke ta mátia na zitáne na ginun puliá.
Na se vlépo
ma to sóma na pigeni antítheta pia…
Pígena
ke ta mátia stin pláti
ach ta mátia stin pláti girnusa.
Pígena
ke stus ómus ta dákria
ta dákria potámia anichtá.
|