Δεν ξέρεις τι με κούρασε
ούτε γιατί πικράθηκα
και θες να μάθεις το γιατί
απ’ τη ζωή σου χάθηκα.
Δεν εζήλεψες ποτέ για μένανε
λες και ξένος ήμουνα για σένανε,
και να κάνω τώρα πια συνήθισα
τη δική μου τη ζωή.
Ποτέ δεν αντιμίλησες
ούτε και με ρεζίλεψες.
Χαράματα να ’ρχόμουνα,
δεν έκλαψες, δε ζήλεψες.
Δεν εζήλεψες ποτέ για μένανε
λες και ξένος ήμουνα για σένανε,
και να κάνω τώρα πια συνήθισα
τη δική μου τη ζωή.
Δε ρώτησες που γύριζα
τα βράδια που χανόμουνα,
δε μου ’κανες παράπονα
όταν ξενοκοιμόμουνα.
Δεν εζήλεψες ποτέ για μένανε
λες και ξένος ήμουνα για σένανε,
και να κάνω τώρα πια συνήθισα
τη δική μου τη ζωή.
|
Den kséris ti me kurase
ute giatí pikráthika
ke thes na máthis to giatí
ap’ ti zoí su cháthika.
Den ezílepses poté gia ménane
les ke ksénos ímuna gia sénane,
ke na káno tóra pia siníthisa
ti dikí mu ti zoí.
Poté den antimílises
ute ke me rezílepses.
Charámata na ’rchómuna,
den éklapses, de zílepses.
Den ezílepses poté gia ménane
les ke ksénos ímuna gia sénane,
ke na káno tóra pia siníthisa
ti dikí mu ti zoí.
De rótises pu giriza
ta vrádia pu chanómuna,
de mu ’kanes parápona
ótan ksenokimómuna.
Den ezílepses poté gia ménane
les ke ksénos ímuna gia sénane,
ke na káno tóra pia siníthisa
ti dikí mu ti zoí.
|